05 Δεκεμβρίου 2017

Τα συμπεράσματα του προσυνεδρίου της Θεσσαλονίκης για «ένα νέο πατριωτισμό»

«Για τη Νέα Δημοκρατία, ο διεθνής προσανατολισμός της Ελλάδας και η συμμετοχή της στον σκληρό πυρήνα των ανεπτυγμένων κρατών είναι αδιαμφισβήτητες αξίες» σημειώνεται στα συμπεράσματα του προσυνεδρίου της Θεσσαλονίκης για ένα νέο πατριωτισκό. «Η χώρα χρειάζεται αξιόπιστη και συνεπή παρουσία σε Ευρωπαϊκό και σε διεθνές επίπεδο, για να αποκαταστήσει το κύρος της και να αποκτήσει ξανά η φωνή της βαρύτητα.


Με στιβαρή εξωτερική πολιτική, που θα χαράσσεται στη βάση ενδελεχούς ανάλυσης και κατανόησης του διεθνούς περιβάλλοντος. Με μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό. Με ενίσχυση του ρόλου της διπλωματίας στη διαμόρφωση της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό, και στην αποτελεσματική προώθηση των εθνικών συμφερόντων. Με πιο ενεργητική και παρεμβατική παρουσία της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και ουσιαστική συμβολή της χώρας μας στις μεγάλες αλλαγές που προωθούνται στις δομές και τη λειτουργία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Με τις Ένοπλες Δυνάμεις να λειτουργούν με βάση τα δεδομένα της εποχής και να διασφαλίζουν αποτελεσματικά την ασφάλεια και την άμυνα της χώρας και τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα της. Αλλά και με αξιοποίηση άλλων, ηπιότερων μορφών διπλωματίας, όπως ο πολιτισμός, που αποτελεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και θεμελιώδες στοιχείο της εικόνας της Ελλάδας, και μπορεί να ενισχύσει το κύρος της σε διεθνές επίπεδο» Στο πλαίσιο αυτό η ΝΔ κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα: «Δημιουργούμε, στα πρότυπα άλλων κρατών όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και το Ισραήλ το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, ένα συλλογικό κυβερνητικό όργανο υψηλού επιπέδου για θέματα εξωτερικής πολιτικής, άμυνας και διαχείρισης κρίσεων. Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας θα λειτουργεί υπό τον Πρωθυπουργό και θα είναι επιφορτισμένο με την ανάλυση του διεθνούς περιβάλλοντος, τον εντοπισμό κινδύνων και απειλών για την εθνική και περιφερειακή ασφάλεια, την εισήγηση προτάσεων πολιτικής στα αρμόδια Υπουργεία και την υποστήριξη της Κυβέρνησης στη διαχείριση κρίσεων. Αναβαθμίζουμε το ρόλο και τη λειτουργία της διπλωματίας, ως βασικού εργαλείου για τη βελτίωση του κύρους της Ελλάδας διεθνώς και την αποτελεσματική προώθηση των εθνικών συμφερόντων της. Συγκεκριμένα: Ενισχύουμε τη λειτουργία της Διπλωματικής Ακαδημίας, που εκτός από την εκπαίδευση των νέων ακολούθων, θα παρέχει και προγράμματα μετεκπαίδευσης σε στελέχη του διπλωματικού κλάδου, αλλά και ανώτερα στελέχη της δημόσιας διοίκησης με σχετικές αρμοδιότητες. Αναβαθμίζουμε τη Δημόσια Διπλωματία, το σύνολο δηλαδή των ενεργειών που δεν εντάσσονται στην παραδοσιακή διπλωματία και που έχουν στόχο να βελτιώσουν τη διεθνή εικόνα της χώρας (nation brand). Στη δομή του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας θα ενταχθεί και η Μονάδα Στρατηγικής Επικοινωνίας, με αρμοδιότητα τη χάραξη στρατηγικής για τη δημόσια διπλωματία. Η Μονάδα θα παρακολουθεί τις διεθνείς εξελίξεις και θα προετοιμάζει τις ενέργειες που θα ενισχύσουν την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Tην υλοποίηση της στρατηγικής για τη δημόσια διπλωματία θα έχει το Υπουργείο Εξωτερικών, και συγκεκριμένα οι Γραμματείς και Σύμβουλοι Επικοινωνίας (ή Ακόλουθοι Τύπου) που θα υπαχθούν σε αυτό.

Αντίστοιχα, η οικονομική και εμπορική διπλωματία, καθώς και η πολιτική για την εξωστρέφεια ευρύτερα, θα ασκείται από τον ενιαίο φορέα προώθησης της εξωστρέφειας που σχεδιάζουμε, στον οποίο θα υπαχθούν και οι οικονομικοί-εμπορικοί ακόλουθοι. Ο φορέας αυτός θα προκύψει από ενοποίηση των επιμέρους δημοσίων δομών, θα έχει διοικητική αυτονομία και θα συνεργάζεται με τον ιδιωτικό τομέα για τη διάγνωση των αναγκών και τη χάραξη των κατάλληλων στρατηγικών εξωστρέφειας της Ελληνικής Οικονομίας, στα πρότυπα των αντίστοιχων ολλανδικών και βρετανικών φορέων.

Θεωρούμε αδιαπραγμάτευτη τη συμμετοχή της Ελλάδας στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια στρατηγική επιλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή με την οποία η Ελλάδα πορεύθηκε επί δεκαετίες, με σταθερότητα και ασφάλεια. Αυτό προϋποθέτει να προσαρμοστούμε άμεσα σε μια Ευρώπη που αλλάζει με σκοπό να αντιμετωπίσει τις κρίσεις στην οικονομία και την ανταγωνιστικότητά της, τις προκλήσεις στο μεταναστευτικό ζήτημα, αλλά και το πρόβλημα υπογεννητικότητας, το οποίο υπονομεύει τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Σήμερα οι ζώνες ενισχυμένης συνεργασίας, όπως η Ευρωζώνη και η Σένγκεν, είναι ήδη μια πραγματικότητα. Σε αυτή την Ευρώπη πολλών ταχυτήτων που διαμορφώνεται, η Ελλάδα οφείλει να βρίσκεται στην πρώτη ταχύτητα. Αυτό θα συμβεί μόνο αν καταφέρουμε να βγούμε από το περιθώριο στο οποίο μας έφεραν οι χειρισμοί και οι επιλογές της περιόδου 2015 – 2017, και να αποδείξουμε ότι είμαστε και πρόθυμοι, αλλά και ικανοί να βρισκόμαστε στον ευρωπαϊκό πυρήνα. Πρέπει να εξασφαλίσουμε το απαιτούμενο επίπεδο διοικητικής επάρκειας και σταθερότητας ώστε, μεταξύ άλλων, να μην τίθεται υπό αμφισβήτηση η παρουσία μας στη ζώνη Σένγκεν όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά και να βρεθούμε στην πρώτη γραμμή πιθανών εξελίξεων όπως η διαμόρφωση κοινής αμυντικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο, από την οποία μπορούμε να αποκομίσουμε σημαντικά οφέλη.

Ο λαϊκισμός, με τη μορφή ενός ακραίου ευρωσκεπτικισμού, απειλεί το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, υπονομεύοντας ταυτόχρονα και τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Η Ευρώπη είναι μία ένωση με ατέλειες, όμως η κατεδάφιση του οικοδομήματος θα προσθέσει, δεν θα αφαιρέσει προβλήματα. Χρειαζόμαστε, επομένως, όχι λιγότερη, αλλά καλύτερη, πιο αποτελεσματική και πιο αλληλέγγυα Ευρώπη. Για την αντιμετώπιση της άγνοιας και της παραπληροφόρησης για την Ευρωπαϊκή ενοποίηση, που αφήνουν χώρο για τη διάδοση του λαϊκισμού και του ευρωσκεπτικισμού, προτείνουμε την ενσωμάτωση στο πρόγραμμα σπουδών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης βασικών γνώσεων για την ιστορική πορεία του εγχειρήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τους λόγους που οδήγησαν σε αυτό, και τα οφέλη από τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ε.Ε.

Παράλληλα, στη Δημόσια Διοίκηση θα καθιερωθεί συστηματική εκπαίδευση των στελεχών της σε ευρωπαϊκά ζητήματα. Έτσι, αναβαθμίζεται η ικανότητα των δημοσίων υπαλλήλων να χαράσσουν και να υλοποιούν πολιτικές, βελτιώνεται η απορρόφηση των κοινοτικών πόρων και ενδυναμώνεται η παρουσία της Ελλάδας στα όργανα της ΕΕ. Στο σημερινό ρευστό και ασταθές διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον, οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις εγγυώνται την ασφάλεια και την άμυνα της χώρας και τη διαφύλαξη των εθνικών κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Για αυτό και απαιτείται η αναβάθμιση του ρόλου και της λειτουργίας τους, η ενίσχυση των δυνατοτήτων τους και της επιχειρησιακής τους ικανότητας, με διαφάνεια και ορθολογικό προγραμματισμό δαπανών βάσει των γεωστρατηγικών αναγκών της χώρας. Συγκεκριμένα:

Χρειάζεται να εξασφαλισθεί η επάρκεια των Ενόπλων Δυνάμεων σε αμυντικό υλικό και εξοπλισμό. Όχι με αποσπασματικές προμήθειες. Αλλά με διαφάνεια και με βάση τη διάγνωση των συγκεκριμένων αναγκών. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στην τεχνολογική υπεροχή του αμυντικού εξοπλισμού, και στην αξιοποίηση των σύγχρονων πληροφοριακών συστημάτων και συστημάτων διοίκησης.

Μεγαλύτερη διασύνδεση των Ενόπλων Δυνάμεων με την Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία. Ενθάρρυνση των συμπράξεων της αμυντικής μας βιομηχανίας με τον ιδιωτικό τομέα, και υποστήριξη της αμυντικής έρευνας και τεχνολογίας σε συνεργασία με τα Πανεπιστήμια και τα Ερευνητικά Ιδρύματα της χώρας.

Το ανθρώπινο δυναμικό των Ενόπλων Δυνάμεων διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στην αποτελεσματικότητά τους. Χρειάζεται η θεσμοθέτηση ενός αντικειμενικού συστήματος αξιολόγησης, με βάση τα σύγχρονα δεδομένα και τις ανάγκες της χώρας, ώστε να εξασφαλίζεται η αξιοκρατική ιεραρχική εξέλιξη.

Ο πολιτισμός για την Ελλάδα αποτελεί ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και θεμελιώδες στοιχείο της ταυτότητας της και της εικόνας της σε διεθνές επίπεδο. Για αυτό και σήμερα χρειάζεται μια πιο συστηματική και πλήρης ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας, αλλά και της σύγχρονης πολιτιστικής παραγωγής. Συγκεκριμένα:

Χρειάζεται ένα νέο πλαίσιο για τις ιδιωτικές πολιτιστικές χορηγίες, που θα επιτρέπει στους ιδιώτες να χρηματοδοτήσουν απευθείας τον πολιτιστικό οργανισμό ή τους δημιουργούς που επιθυμούν. Ώστε να αξιοποιηθούν τα ιδιωτικά κεφάλαια στην κατεύθυνση βελτίωσης της πολιτιστικής διαχείρισης, αλλά και στην υποστήριξη της σύγχρονης καλλιτεχνικής παραγωγής.

Το μοντέλο του Μουσείου της Ακρόπολης χρειάζεται να επεκταθεί και σε άλλα μεγάλα μουσεία της χώρας. Ώστε να αποκτήσουν αυτονομία στην οργάνωση, τον τρόπο λειτουργίας και την αξιοποίηση των πόρων τους, αλλά και να συνεργάζονται στενότερα με τις τοπικές κοινωνίες, δημιουργώντας πολλαπλά κοινωνικά και οικονομικά οφέλη. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, που χρειάζεται να αναδιοργανωθεί, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδίου ανάπλασης της περιοχής του ιστορικού κέντρου, που θα την αναβαθμίσει ουσιαστικά.

Για την ενθάρρυνση και τη στήριξη της σύγχρονης πολιτιστικής παραγωγής, χρειάζεται ο εκσυγχρονισμός του νομικού πλαισίου γύρω από τα πνευματικά δικαιώματα, ακολουθώντας τις κυρίαρχες διεθνείς τάσεις.

Παράλληλα, χρειάζεται μια πιο συστηματική πολιτική προβολής των πολιτιστικών χώρων και εκδηλώσεων, με τη συνεργασία δημόσιων, ιδιωτικών και αυτοδιοικητικών φορέων, μέσα από τη δημιουργία πολυθεματικών και διαδραστικών χαρτών και ημερολογίων και την πραγματοποίηση καινοτόμων εκστρατειών προώθησης στο διαδίκτυο.

Η ανάδειξη του Ελληνικού πολιτισμού, της πολιτιστικής κληρονομιάς και δημιουργίας της Ελλάδας, αποτελεί βασικό πυλώνα στην άσκηση δημόσιας διπλωματίας, και μπορεί να βελτιώσει σημαντικά το κύρος και τη διεθνή εικόνα της χώρας. Οι αρμόδιες διοικητικές αρχές (ΥΠΠΟ, ΥΠΕΞ κλπ.) θα είναι επιφορτισμένες με το σχεδιασμό και την υλοποίηση ενεργειών που θα προβάλλουν τις πολιτιστικές αξίες και τα επιτεύγματα της Ελλάδας, καθώς και τη συμβολή Ελλήνων στη διεθνή πολιτιστική και πνευματική δημιουργία» καταλήγει η ΝΔ