26 Μαΐου 2017

«Business plan» Καραμανλή για την Αμφίπολη

Ο βουλευτής Σερρών ανέδειξε τη μάχη εντυπώσεων αλλά όχι ουσίας που έχει προκύψει γύρω από το σημαντικό αυτό μνημείο και τις ευθύνες των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝ.ΕΛ για την σημερινή κατάσταση του μνημείου


Μια ημέρα μετά την επίσκεψη Μητσοτάκη στην Αμφίπολη και κατόπιν της επίσκεψης στο ίδιο μνημείο προ ημερών του τέως πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, ο βουλευτής Σερρών Κώστας Αχ. Καραμανλής με άρθρο του ανέδειξε τη μάχη εντυπώσεων αλλά όχι ουσίας που έχει προκύψει γύρω από το σημαντικό αυτό μνημείο, τις ευθύνες των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝ.ΕΛ για την σημερινή κατάσταση του μνημείου καθώς και την ανάγκη χάραξης ενός πλήρους σχεδίου αξιοποίησης όλης της περιοχής.

Ο κ. Καραμανλής αναφέρθηκε στην ανάγκη δημιουργίας στρατηγικού business plan αξιοποίησης όλης της περιοχής, με βελτίωση των οδικών αρτηριών, ειδικό Χωροταξικό και Πολεοδομικό Σχέδιο, ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, ανασύνταξη της Κερκινίτιδας λίμνης, δημιουργία υποδομών χαμηλού κόστους στο φυσικό λιμάνι της Αμφίπολης και άλλες παρεμβάσεις που ποτέ δεν αναδείχθηκαν με τόσο συστηματικό τρόπο.

Ακολουθεί το πλήρες άρθρο:

«Ο Τύμβος Καστά στην Αμφίπολη Σερρών μπήκε απότομα στην καθημερινότητά μας τον Αύγουστο του 2014, αλλά με τον ίδιο ακριβώς εκκωφαντικό τρόπο κάποια στιγμή τα φώτα έσβησαν. Αυτή η γεμάτη αντιφάσεις πρόσφατη ιστορία του μνημείου, από την ανάδειξή του μέχρι σήμερα, φέρει πολλά διαχρονικά χαρακτηριστικά της ίδιας της Ελλάδας, που ήρθαν με ακόμα μεγαλύτερη ένταση στην επιφάνεια την εποχή της κρίσης.

Αρχικά, η τότε κυβέρνηση Σαμαρά, αντιλαμβανόμενη ότι πρόκειται για ένα σπουδαίο μνημείο πολιτισμού, τήρησε υπεύθυνη στάση και ενίσχυσε τις προσπάθειες της αρχαιολογικής ομάδας.

Σε μια Ελλάδα όμως που βρισκόταν τότε κάτω από έναν αντιμνημονιακό - λαϊκιστικό παροξυσμό και όπου η τότε αντιπολίτευση κάθε θέμα της δημόσιας σφαίρας το αναγόρευε σε αντικείμενο ριζοσπαστικής αντιπαράθεσης, ακόμα και η Αμφίπολη εξελίχθηκε σε «πολιτικό εργαλείο» που οδήγησε σε διχασμό. Γρήγορα δηλαδή ξέσπασαν δημόσιοι τσακωμοί, έριδες και διχασμοί – μεταξύ σχετικών αλλά και ασχέτων με το θέμα. Το μέτρο χάθηκε εντελώς. «Καταφέραμε» τα ευρήματα που προσέλκυσαν τα φώτα της δημοσιότητας παγκοσμίως, να καταλήξουν αντικείμενο διαπληκτισμών στα τηλεοπτικά τραπέζια. Την ίδια ώρα, βέβαια, δεν έγινε καμία σοβαρή συζήτηση για το τι θα κάνουμε από εδώ κι εμπρός και πως θα αναδειχθεί και θα αξιοποιηθεί για τον τόπο μας το σπουδαίο μνημείο.

Αργότερα, η ιδεοληπτική και συχνά μνησίκακη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝΕΛ, θέλησε με μία απαξιωτική συμπεριφορά να «τιμωρήσει» την προηγούμενη μέσω του ίδιου του μνημείου, λες και ο Τύμβος έχει κάποια κομματική ταυτότητα που σέρνει μαζί του ανά τους αιώνες… Αντί να αναγνωρίσει την παγκόσμια εμβέλεια της Αμφίπολης, παραδόθηκε κοντόφθαλμα στις μικροπολιτικές σκοπιμότητες.

Τελικά, από τον ενθουσιασμό περάσαμε στην πλήρη απαξίωση και από την προβολή στην εγκατάλειψη. Κι έτσι, το μήνυμα θόλωσε, η ουσία χάθηκε, η κοινή γνώμη απογοητεύτηκε και μόνοι μας ρίξαμε και το μνημείο της Αμφίπολης στον ίδιο λάκκο της μιζέριας που κολυμπά όλη η χώρα.

Η Αμφίπολη είναι η ίδια η Ελλάδα της κρίσης σε μικρογραφία, αποτυπωμένη σε μια γωνιά του Νομού Σερρών. Η Αμφίπολη απέτυχε να αναδειχθεί μέχρι σήμερα, όπως η ίδια η Ελλάδα αποτυγχάνει να αφήσει πίσω της όλες τις παιδικές ασθένειες.

Και όμως, θα μπορούσαν –και ακόμα μπορούν- τα πράγματα να γίνουν πολύ διαφορετικά. Όχι μόνο να εξασφαλιστούν οι αναγκαίοι πόροι για να ολοκληρωθεί η ανασκαφή και να γίνει επιτέλους επισκέψιμο το μνημείο, αλλά και να αξιοποιηθεί για την ανάπτυξη ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής του Νομού Σερρών. Υπάρχει μάλιστα, επίσης στη Μακεδονία, η περίπτωση της Βεργίνας που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως «διπλή πυξίδα». Παράδειγμα ως προς τον αρχαιολογικό χώρο και, ταυτόχρονα, αντιπαράδειγμα ως προς την (μη) ανάπτυξη της τριγύρω περιοχής.

Στην περίπτωση της Αμφίπολης, το μείζον για την ευρύτερη περιοχή είναι η δημιουργία και η οργάνωση ενός αρχαιολογικού χώρου που να μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης σε οικονομικό, τουριστικό, πολιτιστικό και μορφωτικό επίπεδο. Χρειάζεται σοβαρότητα, εξειδικευμένη γνώση και σχέδιο για να λειτουργήσει το μνημείο αυτό ως μοχλός σταθερής και μακροχρόνιας ανάπτυξης. Χρειάζεται δηλαδή έναν master plan για την ανάδειξη του μνημείου. Για να επιτευχθεί αυτό, χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο πλέγμα δράσεων και κυρίως:

-Βελτίωση των οδικών αρτηριών και ιδίως αναβάθμιση των κόμβων Εγνατίας και Μεσολακκιάς, ώστε να είναι εύκολη η πρόσβαση.

-Ειδικό Χωροταξικό και Πολεοδομικό Σχέδιο – αυτό είναι η βάση όλων – για ανάπτυξη με σεβασμό στο αρχιτεκτονικό τοπίο και το περιβάλλον.

-Ενίσχυση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας – ιδίως με φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα – για να δημιουργηθούν παραδοσιακοί ξενώνες, πάντα με σεβασμό στο αρχιτεκτονικό τοπίο.

-Ανασύνταξη της Κερκινίτιδας λίμνης, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε μικρά τουριστικά σκάφη να προσεγγίζουν την περιοχή.

-Δημιουργία υποδομών χαμηλού κόστους στο φυσικό λιμάνι της Αμφίπολης, ώστε να συνδεθεί το αρχαίο λιμάνι της Αμφίπολης με τον Τύμβο Καστά.

-Παράλληλα, προβολή και αξιοποίηση και άλλων σημαντικών τοποσήμων και μνημείων της περιοχής, όπως είναι το σπήλαιο Αλιστράτης – ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης – και η Μονή Τιμίου Προδρόμου.

Κάθε φορά που βλέπω τον Τύμβο Καστά από κοντά, σκέφτομαι πως σε οποιαδήποτε άλλη χώρα η αντιμετώπισή του θα ήταν τελείως διαφορετική. Είναι, λοιπόν, μια πρόκληση για τη σύγχρονη Ελλάδα η ανάδειξη αυτού του μνημείου στο σύνολο του.  Και μια ευκαιρία να δείξουμε επιτέλους ότι στα βασικά και στα μεγάλα μπορούμε να θέτουμε εθνικούς στόχους και να τους πετυχαίνουμε.

Η εποχή που φτιάχτηκε το μνημείο της Αμφίπολης, η τέχνη που είναι αποτυπωμένη πάνω του και τα μηνύματα που φέρει, αποτελούν από μόνα τους μία μεγάλη δύναμη για τη Μακεδονία και για όλη την Ελλάδα. Για να τα αναδείξουμε, είναι ανάγκη να αντιμετωπίσουμε πρόσωπο με πρόσωπο την κακή πλευρά τους εαυτού μας. Και να νικήσουμε.

*Αυτό το άρθρο γράφτηκε με αφορμή τις πρόσφατες επισκέψεις στο μνημείο της Αμφίπολης, αρχικά του πρώην Πρωθυπουργού κ. Κώστα Καραμανλή και στη συνέχεια του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κ. Κυριάκου Μητσοτάκη. Οι σκέψεις που αναπτύσσονται σε αυτό, όμως, απασχολούν τον γράφοντα εδώ και καιρό, ενώ οι περισσότερες από τις προτάσεις για το χώρο του μνημείου που αναφέρονται, έχουν κατατεθεί στους αρμόδιους από τους τοπικούς φορείς της Αυτοδιοίκησης».